Από την ομιλία του π. Γεωργίου Θεοδωρή της Κυριακής
«Ἐγερθείς ἆρόν σου τήν κλίνην καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκόν σου» (Ματθ. 9, 6)
(Σήκω πάρε τό κρεβάτι σου καί πήγαινε στό σπίτι σου)
Εἶναι πολλά τά σημεῖα τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, στά ὁποῖα µπορεῖ κανείς νά ἐμβαθύνει καί νά βγάλει διδάγματα γιά τή δική του ζωή. Ὡστόσο, ἐµεῖς θά µείνουµε στό πρόσωπο καί στό πρόβληµα τοῦ παραλυτικοῦ καί θά ἐπισημάνουνε κάτι πού ἔχει ἄµεση σχέση μέ ὅλους µας: τήν ἀσθένεια καί τόν πόνο. Ἡ ἀσθένεια ἦταν τό μεγάλο πρόβλημα τοῦ παραλύτου. Γι’ αὐτό τό πρόβληµα, πού χωρίς τό Θεό γίνεται δράµα, θά κάνουµε µερικές σκέψεις γιά νά ἀναζητήσουµε τρόπους ἀντιµετώπισής του.
Εἶναι γεγονός ἀναµφισβήτητο ὅτι στή ζωή μας ὑπάρχει πολύς πόνος. Ἡ γῆ εἶναι χώρα κλαυθμῶνος καί ἡ ζωή μας πέλαγος θλίψεων. Οἱ στιγµές τῆς χαρᾶς εἶναι λίγες καί βιαστικές· µόνιµος σύντροφός μας εἶναι ὁ πόνος. Μικροί καί µεγάλοι ὑποφέρουµε. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά µήν πόνεσε ἤ νά µήν πρόκειται νά πονέσει. Ὅλοι σχεδόν οἱ ἄνθρωποι πού βρίσκονται µέσα στό καµίνι τοῦ πόνου καί τῆς θλίψης, ἀπευθύνουν ἕνα ἐναγώνιο ἐρώτηµα στό Θεό: «Γιατί Θεέ µου, γιατί νά ὑποφέρω;».
Η προέλευση του πόνου
Κατ΄ἀρχάς πρέπει νά ποῦμε πώς, ἡ θλίψη στή ζωή μας προέρχεται ἀπό τή φθορά. Ἡ φθορά εἶναι ἕνα μέ τήν ἀνθρώπινη φύση µας, ἀφοῦ πλασθήκαµε ἀπό ὑλικά στοιχεῖα πού ὑπόκεινται στή φθορά. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος κάποια στιγµή ἀλλοιώνεται, δέν εἶναι πάντα νέος καί ὑγιής. Κάποτε φθείρεται ἀπό τήν ἴδια του τή φύση, εἴτε ἀπό ἄλλους ἐξωτερικούς παράγοντες καί τότε ἔρχεται ὁ πόνος, ἡ θλίψη, ἡ ἀρρώστια. Τή φυσική αὐτή ἐξέλιξη τῶν πραγµάτων τή γνωρίζει καί τήν ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά παιδαγωγικούς λόγους. Πολλές φορές, χωρίς κἄν ἐµεῖς νά τό ἀντιλαμβανόμαστε, ἀναστέλλει τή θλίψη καί τόν πόνο. Ἄλλες φορές, ὅµως, τά ἐπιτρέπει γιά τή σωτηρία µας. Πόσοι καί πόσοι δέν συνάντησαν ἤ πλησίασαν περισσότερο τό Θεό µέσα στόν πόνο. Μᾶς παιδεύει ὁ Κύριος «ἐπί τό συµφέρον εἰς τό µεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ» (γιά τό καλό μας, γιά νά συμμετάσχουμε στήν ἁγιότητά του) (Ἐβρ. 12, 10), µᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Γιατί, πολλές φορές, μέ τή θλίψη ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος, συνειδητοποιεῖ τόν προορισµό του καί µετανοεῖ.
Ἀκόµα εἶναι δυνατόν ἡ ἀσθένεια νά προέρχεται ἀπό τίς ἁµαρτίες µας. Μέ τήν ἁµαρτία ἐπέρχεται διαταραχή τῆς προσωπικότητας, ἀρρωσταίνει ἡ ψυχή καί κατ’ ἐπέκταση, ἀφοῦ ψυχή καί σῶµα εἶναι ἕνα, ὑποφέρει καί τό σῶµα. Οἱ δυσάρεστες καταστάσεις τῆς συνείδησής μας ἔχουν τήν ἔκφρασή τους στό σῶµα µέχρι τέτοιου σηµείου, ὥστε πολλές φορές νά ὑποφέρουµε σωµατικά χωρίς νά ἔχουµε λόγους σωµατικῆς ἀρρώστιας, ἀλλά ψυχικῆς. Τέτοιου εἴδους εἶναι οἱ περισσότερες ἀρρώστιες τῆς ἐποχῆς µας, δηλαδή ψυχοσωματικές.
Αίτια ταπείνωσης
Ἡ ἀσθένεια, ὅµως, ἡ δυσάρεστη αὐτή κατάσταση, προσγειώνει τόν ἄνθρωπο. Ὅταν εἴµαστε ὑγιεῖς, ἴσως, γινόµαστε πολλές φορές σκληροί, ἀνάλγητοι καί ἐγωϊστές. Νοµίζουµε ὅτι δέν ἔχουµε ἀνάγκη κανέναν, οὔτε τόν Θεό. Ὅταν ὅµως ἀρρωστήσουµε, ὅταν βρεθοῦµε στό κρεβάτι τοῦ πόνου, τότε γινόµαστε καλοί, ὑποµονετικοί καί ταπεινοί. Τότε βλέπουµε ὅτι εἴµαστε «πάροικοι» καί «παρεπίδηµοι» στόν κόσµο αὐτό. Τότε ἐννοοῦµε τά λόγια τοῦ ψαλµωδοῦ «ἄνθρωπος ὡσεί χόρτος αἱ ἡµέραι αὐτοῦ, ὡσεί ἄνθος τοῦ ἀγροῦ οὕτως ἐξανθήσει» (τοῦ ἀνθρώπου οἱ μέρες μοιάζουν μέ τό χόρτο, μέ τό ἄνθος τοῦ ἀγροῦ, τό ὁποῖο ἀνθίζει γιά λίγο μόνο στόν κόσμο αὐτό) (Ψαλμ. 102, 15). Εἶναι ἀλήθεια πώς ἡ ἀρρώστια μᾶς προσγειώνει στήν πραγµατικότητα. Συγχρόνως ὅµως μᾶς ἐξυψώνει. Ἐπιζητοῦµε περισσότερο τότε τήν ἐπικοινωνία μέ τό Θεό καί τούς ἁγίους. Πόσο σοφά εἶναι τά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Ἐν θλίψεσιν ἐµνήσθηµέν σου Κύριε» (στή θλίψη σέ ἀναζητήσαμε Κύριε) (Ἠσ. 26, 16).
Σκοπός της σωτηρίας μας
Πρέπει ἐδῶ νά τονίσουµε τοῦτο. Ἄν ὑποφέρουµε στό κρεβάτι τοῦ πόνου, ἄν μᾶς κυκλώνουν οἱ συµφορές τῆς ζωῆς, ἄν βρισκόµαστε µέσα σέ ψυχική καταιγίδα δέν πρέπει νά χάσουµε τό θάρρος µας, νά µήν γογγύσουµε, ἀλλά νά ἔχουµε ἐλπίδα στό Θεό. Ἐκεῖνος γνωρίζει τί ἔχουµε ἀνάγκη. Μπορεῖ νά μᾶς παιδαγωγεῖ «πρός καιρόν». Πρέπει νά δεχθοῦµε τήν παιδαγωγία του ὑποµονετικά, ὅπως δεχόµαστε τίς ὑποδείξεις τῶν γιατρῶν µας. Ἀκόµα, ἄς θυµηθοῦµε τά ἄπειρα παραδείγµατα τῶν ἁγίων τῆς ἐκκλησίας μας πού µέσα ἀπό τίς δυσκολίες καί τίς θλίψεις τῆς ζωῆς τους, μέ τήν καρτερία καί τήν ὑποµονή τους, ἔλαβαν τόν «ἀµαράντινον τῆς δόξης στέφανον» καί κατετάγησαν νικητές στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἄς θυµηθοῦµε τόν ἀπόστολο Παῦλο, τόν πνευµατικό γίγαντα τῆς ἐκκλησίας µας, πού δέν καταβλήθηκε ἀπό τήν ἀθεράπευτη ἀρρώστια του, ἀλλά μέ ἀχώριστη σύντροφο τή θλίψη, περιόδευσε ὁλόκληρο τόν κόσµο καί κήρυξε τό Χριστό. Ἐκεῖνος πάντα ἔλεγε μέ καύχηση: «Ὅταν ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰµί» (ὅταν φαίνεται πώς ἔχω χάσει κάθε δύναμη, τότε εἶμαι πραγματικά δυνατός) (Β΄ Κορ. 12, 10).
Ἄς θυµηθοῦµε τόν Ἰ. Χρυσόστοµο πού ἐξορισµένος ἀπό τό θρόνο του, κατατρεγµένος ἀπό τούς ἰσχυρούς τῆς γῆς, ἄφηνε τήν τελευταία του πνοή σ’ ἕνα ἐρηµικό ἐξωκκλήσι τοῦ Πόντου ψελλίζοντας τά ἀθάνατα ἐκεῖνα λόγια: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν» (Δόξα τῷ Θεῷ γιά ὅλα τά πράγματα). Ἄς θυµηθοῦµε ἐπίσης τούς πόνους τοῦ Ἐσταυρωµένου, τή θλίψη τῆς Παναγίας, τά µαρτύρια τῶν ἁγίων καί ἄς ἀφήσουµε νά βγεῖ ἀπό τήν καρδιά μας ἡ προσευχή τῆς ἐµπιστοσύνης: «Κύριε, γενηθήτω τό θέληµά σου».
Ἄς μήν ξεχνοῦµε καί τό ἑξῆς: πώς ὁ Θεός δέν θέλει ὁ ἄνθρωπος νά ὑποφέρει, θέλει ὅµως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά σωθοῦν, γι’ αὐτό ἐπιτρέπει στόν καθένα μας τέτοιο σταυρό ὅσο µπορεῖ νά σηκώσει, ὥστε ἔτσι νά ὁδηγηθεῖ στή σωτηρία. «Σοῦ ’κανε λοιπόν ἐπίσκεψη ὁ πόνος; Μή τά χάσεις. Μόνο ρώτησέ τον τί ζητάει ἀπό σένα. Ἡ αἰώνια Ἀγάπη κανέναν πόνο δέν σοῦ στέλνει µόνο καί µόνο γιά νά κλαῖς».
Ἀγαπητοί µου,
ἐάν ἔτσι ἀντιμετωπίσουμε τή θλίψη µας, δέν πρόκειται νά ἀπελπισθοῦµε, διότι µέσα ἀπό αὐτή θά βλέπουµε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς µας. Δέν φτάνει ὅµως αὐτό. Μέ τά ὅσα εἴπαµε, ὑποδείξαµε ἕναν τρόπο ἰσχυροποίησης τῆς θέλησής µας. Γιά νά ξεπεράσουµε τή θλίψη καί νά ξαναβρεῖ ἡ ψυχή μας τήν εὐτονία της, εἶναι ἀνάγκη νά ἑνωθοῦµε μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν Χριστό. Συµµετέχοντας στή ζωή τοῦ Χριστοῦ διά τῶν µυστηρίων, γινόµαστε δυνατοί, ἀθάνατοι καί ἄφθαρτοι.
Ἄς παραµερίσουµε, λοιπόν, κάθε ἐµπόδιο. Κυρίως τήν ὥρα αὐτή – τῆς δοκιµασίας καί τοῦ πόνου – ἔχουµε ἀνάγκη ἀπό τό φάρµακο τῆς ἀθανασίας, τή Θ. Κοινωνία. Ἄς ἑτοιµασθοῦµε, καί πλησιάζοντας μέ μετάνοια τό ἅγιο ποτήριο, ἄς µεταλάβουµε τό Σῶµα καί τό Αἷµα τοῦ Χριστοῦ «εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Μέ τήν παρουσία Του ὅλα θά ἀλλάξουν µέσα µας, ὁ σταυρός μας θά γίνει πιό ἐλαφρύς καί ἐµεῖς θά αἰσθανθοῦµε τότε τήν ἀνάγκη νά ἀναφωνήσουµε δοξολογικά τά µοναδικά καί τόσο σπουδαῖα ἐκεῖνα λόγια τοῦ πολύαθλου Ἰώβ: «Εἴη τό ὄνοµα Κυρίου εὐλογηµένον, ἀπό τοῦ νῦν καί ἕως τοῦ αἰῶνος» (ἄς εἶναι εὐλογημένο τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἀπό τώρα καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων) ( Ἰώβ 1, 21)27. Ἀµήν!
«Ἐν θλίψει ἐπλάτυνάς µε» (Ψαλμ. 4, 2).
Από το βιβλίο: "ΚΥΡΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΕΟΡΤΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ - ΟΜΙΛΙΕΣ" του π. Γεωργίου Θεοδωρή, Γραφικές Τέχνες "Μέλισσα", Θεσσαλονίκη, σελ. 78 - 81